κλονικός σπασμός

κλονικός σπασμός
Διαταραγμένη αντίδραση των μυών, κατά την οποία το τέντωμα προκαλεί μια σειρά γρήγορων μυϊκών συσπάσεων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σπασμός — ο, ΝΜΑ [σπάω / σπῶ] 1. βίαια σύσπαση ενός ή πολλών μυών 2. καθεμία από τις συσπάσεις κατά την κρίση επιληψίας νεοελλ. 1. ιατρ. ακούσια συστολή μεμονωμένων μυών ή ολόκληρων μυικών ομάδων που μπορεί να είναι συνεχής, διακεκομμένη ή εναλλάξ συνεχής… …   Dictionary of Greek

  • δικλονία — η κλονικός σπασμός που εμφανίζεται συμμετρικά σε δύο μέλη τού σώματος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”